«Βασική μας πολιτική είναι: καμία εθνική υπαναχώρηση, απόλυτο σθένος σε οποιαδήποτε πρόκληση, αλλά και καταλλαγή όταν αυτό επιβάλλουν οι συνθήκες. Θα πράξουμε το χρέος μας χωρίς καμία απολύτως εθνική υστέρηση»: το μήνυμα αυτό, με πολλούς αποδέκτες, έστειλε για τα ελληνο-τουρκικά ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ένα ζήτημα που δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μέσω ανακοινώσεων Τύπου, πρόσθεσε.
Στην απάντησή του, αναλυτικά, σε συνέντευξη που έδωσε στο ρ/σ «Θέμα 104,6», ο υπουργός Επικρατείας είπε ότι «τα εθνικά ζητήματα και ιδίως αυτά που έχουν να κάνουν με την κυριαρχία, όπως αυτό των ελληνικών εδαφών, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με σύνεση και σοβαρότητα, δεν μπορούν να γίνονται σε επίπεδο δημοσίου διαλόγου και ανακοινώσεων Τύπου. Θα υπάρξει, προφανώς, ενημέρωση εκ μέρους του υπουργείου Εξωτερικών σε όλα τα κόμματα για να έχουν εικόνα των πραγμάτων, ούτως ή άλλως υπάρχει τακτική, περιοδική ενημέρωση του υπουργού Εξωτερικών προς τους εκπροσώπους των κομμάτων. Βασική μας πολιτική», τόνισε με έμφαση, «είναι: καμία εθνική υπαναχώρηση, απόλυτο σθένος σε οποιαδήποτε πρόκληση, αλλά και καταλλαγή όταν αυτό επιβάλλουν οι συνθήκες. Θα πράξουμε το χρέος μας χωρίς καμία απολύτως εθνική υστέρηση».
Ο,τιδήποτε, εξάλλου, «έχει να κάνει με την εθνική άμυνα και κυριαρχία, έχει από μόνο του ένα στοιχείο σοβαρότητας, δεν υποτιμάται ποτέ. Το παρακολουθούμε από πολύ κοντά, έχουν γίνει οι απαραίτητες ενέργειες, τα διαβήματα τόσο στην Αθήνα όσο και στην Άγκυρα. Είμαστε έτοιμοι να παρέμβουμε σε ο,τιδήποτε χρειαστεί και θέλω να πιστεύω πως θα υπάρξει μια σοβαρή καταλλαγή στα πράγματα, έτσι ώστε να μην υπάρξει κλιμάκωση. Καλό είναι το ζήτημα να μην τροφοδοτείται πολιτικά, αλλά να υπάρξει πολιτική σύνεση στο εσωτερικό και εθνική ομοψυχία προς το εξωτερικό», ζήτησε κλείνοντας την απάντησή του στο σχετικό ζήτημα.
Στο θέμα της αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, ο Γ. Γεραπετρίτης ανέδειξε τα «κλειδιά» της ελληνικής επιτυχίας: Επαγγελματισμός, πίστη στην επιστημονική γνώση, πολύ καλή προετοιμασία από την Πολιτική Προστασία στο κομμάτι της ιχνηλασίας, πολύ υψηλό επίπεδο συμμόρφωσης από πολίτες, πολύ ισχυρή κεντρική οργάνωση και επιτελική διαχείριση με γρήγορα αντανακλαστικά, ανέφερε μεταξύ άλλων. «Στηριχθήκαμε περισσότερο, όχι στην επιβολή, αλλά πρωτίστως στην πειθώ» και σε τούτο συνέβαλε το υπόδειγμα καθημερινής λογοδοσίας από έναν υψηλού επιπέδου τεχνοκράτη, όπως είναι ο κ. Τσιόδρας, και ενός πολιτικού με τεχνική γνώση, όπως ο κ. Χαρδαλιάς. Ενώ ως μεγαλύτερο κεφάλαιο που κερδήθηκε την περίοδο αυτή, ο Γ. Γεραπετρίτης αξιολόγησε την κατάρριψη δύο στερεοτύπων σε βάρος της Ελλάδας, όπως είπε, ότι δεν υπάρχει οργανωμένο κράτος και ότι Έλληνες δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες.
Στο κεφάλαιο των εργασιακών και της οικονομίας, ο υπουργός Επικρατείας επανέλαβε τη «μεγάλη ανησυχία» της κυβέρνησης για την αγορά εργασίας, ενώ, επιπλέον, «σοβαρό είναι το πρόβλημα με την εποχική εργασία σε κλάδους όπως ο τουρισμός και η εστίαση». Επικαλέστηκε δε, την αύξηση του αριθμού των ανέργων που δεν οφείλεται σε απολύσεις αλλά στο γεγονός ότι δεν έχουν υπάρξει προσλήψεις εκεί όπου θα έπρεπε. «Ξεκινάμε έναν αγώνα δρόμο 100 μέτρων, 20 μέτρα πριν από την αφετηρία, δεν είναι εύκολο να καλυφθεί αυτό το κενό», αναγνώρισε επ’ αυτού. Ζητούμενο πάντως είναι «να βγούμε από το επόμενο φθινόπωρο σε ένα καθεστώς μεγάλης ανάπτυξης».
Ερωτηθείς για τα θέματα ρευστότητας, «έχουμε μεριμνήσει έτσι ώστε η ταμειακή ρευστότητα να ανέλθει σε επίπεδα πρωτόγνωρα για τη Μεταπολίτευση, δηλαδή 11 ως 13 δισ. ρευστότητα που αναμένεται να διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία, είναι τεράστια ποσά», δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας για να προσθέσει, «οι συστημικές τράπεζες έχουν ήδη διοχετεύσει ένα σημαντικό μέρος από τα χρηματοδοτικά εργαλεία προς την πραγματική οικονομία και θα υπάρξει μεγαλύτερη ‘έκρηξη’ τις επόμενες εβδομάδες», με την ταυτόχρονη διαβεβαίωση, «θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να πάρουν όσο το δυνατόν πιο μεγάλη ανάσα οι επιχειρήσεις από τις τράπεζες με όσο το δυνατόν μικρότερη γραφειοκρατία και εγγυήσεις».
Με αφορμή δε, την ερώτηση για τις απώλειες των ιδιοκτητών ακινήτων, ο υπουργός ξεκίνησε από το γενικό: «Δεν θα κοιτάξουμε ποτέ να χτίσουμε πολιτικά οφέλη πάνω σε μια υγειονομική και οικονομική κρίση. Το τελευταίο που μας αφορά, είναι να κρατήσουμε ικανοποιημένους συγκεκριμένους κλάδους ή κατηγορίες πολιτών. Αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει είναι να κρατήσουμε όρθια όλη την ελληνική κοινωνία. Σε μια τέτοιου τύπου ‘πανδημική’ κρίση, θα υπάρξει επιμερισμός του βάρους, όλες οι τάξεις, όλοι οι κλάδοι θα κληθούν να αναλάβουν ένα μέρος του βάρους που τους αναλογεί (…) Οι επιχειρήσεις θα υποστούν βάρος, οι εργαζόμενοι θα υποστούν βάρος, το ελληνικό Δημόσιο θα υποστεί ένα βάρος, προφανώς και οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα υποστούν ένα μέρος από αυτό, θα πρέπει να δώσουν μιαν ανάσα σε επιχειρήσεις που μισθώνουν ακίνητα». Για τους ιδιοκτήτες ακινήτων ειδικότερα υποσχέθηκε πάντως ότι «θα τους δοθεί φορολογική επιταγή για να αναπληρώσουν ένα μέρος του χαμένου ενοικίου».
Ενώ στο αίτημα της μείωσης προκαταβολής φόρου, ο υπουργός Επικρατείας συνέστησε υπομονή: «Πρέπει να δούμε τα φορολογικά έσοδα του Μαΐου». Σε κάθε περίπτωση, «θα το δούμε εντός του Ιουνίου, δεν θα είναι κάτι μικρό, δεν θα μπω σε λογική πλειοδοσίας στην οποία επιδίδεται η αντιπολίτευση με μεγάλη συνέπεια».
Και ευκαιρίας δοθείσης, «έχουμε καταφέρει και έχουμε εξασφαλίσει το μεγαλύτερο σινιάλο προς τις αγορές, το οποίο είναι η ένταξή μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το οποίο μας δίνει ένα δίχτυ ασφαλείας για το μέλλον», σημείωσε εμφατικά.
«Θα προσπαθήσουμε να ενισχύσουμε την πραγματική οικονομία, να ενισχύσουμε τους Έλληνες πολίτες, να ενισχύσουμε τους πληττόμενους κλάδους, χωρίς όμως να διαμορφώσουμε συνθήκες, στις οποίες να βρεθούμε και πάλι στη μέγγενη της προηγούμενης δεκαετίας με το υπερβολικά μεγάλο χρέος, το οποίο θα είναι δύσκολα εξυπηρετήσιμο», ήταν το καταληκτικό σχόλιό του.
Ν. Παπ.
ΠΗΓΗ ΑΠΕ-ΜΠΕ